Υπό φυσιολογικές συνθήκες, μία φορά το μήνα παράγεται και απελευθερώνεται ένα ωάριο από τις ωοθήκες. Αν η γυναίκα έχει κύκλο 28 έως 30 ημερών, η ωορρηξία συμβαίνει ανάμεσα στη 12η και τη 16η ημέρα της περιόδου. Κατά την παρακολούθηση της ωορρηξίας, προγραμματίζεται αρχικά ένας ενδοκολπικός υπερηχογραφικός έλεγχος τη 10η ημέρα του κύκλου ώστε να εκτιμηθεί τόσο το μέγεθος του ωοθυλακίου όσο και το πάχος και η μορφή του ενδομητρίου. Τις αμέσως επόμενες ημέρες ακολουθεί σειρά υπερήχων με τους οποίους ελέγχεται η ανάπτυξη του ωοθυλακίου. Όταν το ωοθυλάκιο φθάσει σχεδόν τα 20 χιλιοστά απελευθερώνει το ωάριο που βρίσκεται μέσα του, το οποίο βγαίνει από την ωοθήκη και έπειτα εισέρχεται στη σάλπιγγα και επιβιώνει εκεί για περίπου 48 ώρες. Σε αυτό το διάστημα, εφόσον υπάρξει σεξουαλική συνεύρεση, οι πιθανότητες σύλληψης είναι αυξημένες.
Η παρακολούθηση της ωορρηξίας επιλέγεται όταν δεν υπάρχει κάποιο άλλο διαπιστωμένο πρόβλημα υπογονιμότητας στους δύο συντρόφους και η ηλικία της γυναίκας είναι μικρότερη των 35 ετών. Η μέθοδος ενδείκνυται σε γυναίκες με ακανόνιστο κύκλο, γυναίκες που δεν έχουν συλλάβει ύστερα από διάστημα ελεύθερων επαφών μικρότερο των 2 ετών και ζευγάρια που θέλουν να αυξήσουν τις πιθανότητες σύλληψης.
Εκτός από την απλότητα της μεθόδου, στα πλεονεκτήματά της ανήκουν επίσης το ότι δεν είναι παρεμβατική θεραπεία, δεν περιλαμβάνει χορήγηση φαρμάκων, είναι οικονομικά προσιτή και δεν παρουσιάζει κίνδυνο πολλαπλής κύησης, καθώς δεν γίνεται διέγερση των ωοθηκών. Από την άλλη πλευρά, οι πιθανότητες επιτυχίας σε κάθε μία προσπάθεια δεν είναι αρκετά μεγάλες και το ζευγάρι θα πρέπει να κάνει υπομονή, αφού η επίτευξη εγκυμοσύνης μπορεί να αργήσει. Εφόσον οι διαταραχές του κύκλου είναι έντονες, μπορεί να γίνει φαρμακευτική παρέμβαση ώστε να υποβοηθηθεί η ωορρηξία.